Μετοχές: Να αγοράζω φθηνότερα ή να πουλάω ακριβότερα;

Αγοράζοντας φθηνότερα ή πουλώντας ακριβότερα;Συχνά συναντώ τη φράση πως στα χρηματιστήρια κερδίζει αυτός που πουλάει ακριβότερα και όχι αυτός που αγοράζει φθηνά. Σαφώς, το κέρδος μαθηματικά ισούται με τη διαφορά τιμής αγοράς και πώλησης, οπότε αναμφισβήτητα προκύπτει όταν οι πωλήσεις γίνονται σε υψηλότερο σημείο από τις αγορές. Αυτό που αβίαστα και κακώς υποβαθμίζεται μέσω της παραπάνω έκφρασης, είναι η τεράστια σημασία της φθηνής αγοράς.

Τα επιχειρήματα όσων υιοθετούν τέτοιες απόψεις είναι από εξωφρενικά, έως εκνευριστικά. Σου λέει, όσο φθηνά και να αγοράσεις μια μετοχή, η ενδεχόμενη χρεοκοπία της εισηγμένης θα φέρει το μηδενισμό. Υπάρχουν δε αμέτρητα παραδείγματα που το επιβεβαιώνουν. Τα πλήθη, που χάνουν τα χρήματά τους στο χρηματιστήριο, ταυτίζονται με αυτή τη θέση γιατί η καταστροφή τους συχνά σχετίζεται με την αγορά μιας “φθηνής” μετοχής που έγινε “ταπετσαρία”. “Φθηνή” μετοχή στα μάτια του αδαή είναι αυτή που έχει πέσει πολύ, τον έχει γεμίσει ζημιές, ενώ αυτός βλακωδώς περιμένει πως θα έρθει η σειρά της να ανέβει. Ενώ η αλήθεια είναι πως φθηνή μετοχή, με όλη τη σημασία της λέξης, είναι αυτή που παρουσιάζεται με μεγάλη έκπτωση από την πραγματική της αξία. Ο προσδιορισμός της τελευταίας δεν είναι απλό ζήτημα, αλλά είναι εφικτός.

Αν πάρουμε ως παράδειγμα την καταστροφή που υπέστησαν οι μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών, είναι σαφές πως οι μετοχές τους ουδέποτε υπήρξαν φθηνές. Την περίοδο προ της ελληνικής κρίσης, διαπραγματεύονταν πολύ ψηλότερα από την εσωτερική τους αξίας. Μετέπειτα, όταν είχε καταστεί βέβαιο ένα ελληνικό κούρεμα που θα τους εκμηδένιζε τα ίδια κεφάλαια, έχασαν μεν μέρος της αξίας τους, αλλά όχι στο βαθμό που να αντανακλάται το μέγεθος της “βόμβας”. Στο τέλος, όταν ήρθε το PSI και το πρόβλημα εμφανίστηκε ξεκάθαρα στους ισολογισμούς, και η πιο επιδερμική ανάγνωση έδειχνε πως πλέον δεν αντιστοιχούσε καμία αξία στους μετόχους (αρνητικά ίδια κεφάλαια). Πάραυτα, ο ανενημέρωτος μικροεπενδυτής θεωρούσε πως στο 1€/μτχ ( σήμερα αντιστοιχούν σε 10€/μτχ μετά το reverse split), αγοράζει πάμφθηνα μια μετοχή της κορυφαίας τράπεζας (ΕΤΕ), που άλλοτε άλλαζε χέρια σε 40πλάσιες τιμές. Δεν κάηκε επειδή αγόρασε χαμηλά, κάηκε επειδή αγόρασε “σκουπίδια”.

Αγορά με έκπτωσηΤο “παιχνίδι των λέξεων” οδηγεί σε πλήρη παρανόηση, ωθώντας τους επενδυτές να υποεκτιμούν τη σημασία των αποτιμήσεων. Αυτό που έχει δείξει η επιστημονική έρευνα είναι πως όσο κινούμαστε σε βραχύτερα διαστήματα, οι μετοχές ενδέχεται να διαφέρουν πολύ από την πραγματική τους αξία, αλλά σε βάθος χρόνου τείνουν να ευθυγραμμίζονται. Επομένως, περίοδοι χρηματιστηριακών πανικών και μετοχές που έχουν “αδικηθεί” από την αγορά, είναι αυτές που κάνουν το rebound και γεμίζουν με τις καλύτερες αποδόσεις αυτούς που τολμούν. Επίσης, όταν μια ποιοτική εισηγμένη με κερδοφορία και προοπτικές αγοράζεται με μεγάλη έκπτωση, ακόμα και αν αργήσει η αποτύπωση στο ταμπλό, τα μερίσματα ή ενδεχόμενες επιστροφές κεφαλαίου θα αποζημιώσουν γαλαντόμα τον διακρατητή.

Όσο πιο βραχυπρόθεσμος είναι κανείς, τόσο λιγότερο τον επηρεάζει αν αγοράζει ακριβά η φθηνά. Το ζητούμενο είναι η πώληση να γίνεται ακριβότερα. Αντίθετα, οι μεσοπρόθεσμοι και πολύ περισσότερο οι μακροπρόθεσμοι, όχι απλά πρέπει να ενδιαφέρονται για τις αποτιμήσεις, αλλά να καθορίζουν τις επιλογές τους με βάση αυτές. Στην περίτπωσή τους, οι ακριβότερες πωλήσεις οφείλονται και επιτυγχάνονται κυρίως μέσα από τις φθηνές αγορές.

Δημήτρης Κουτσουμπός

*Τα παραπάνω δεν αποτελούν σύσταση για αγορά ή πώληση αξιών.

Απάντηση